
Πόσιμο κολλαγόνο – ευεργετεί τον άνθρωπο ή τη φαρμακευτική βιομηχανία?
Η γήρανση του δέρματος είναι μια διαδικασία πολυπαραγοντική και ιδιαίτερα σύνθετη. Διαχωρίζεται σε χρονολογική γήρανση – από το πέρασμα του χρόνου – η οποία είναι και γενετικά προδιαγεγραμμένη και στη φωτογήρανση, η οποία είναι άμεσα συνδεδεμένη με την υπεριώδη ακτινοβολία (UV). Πολλές είναι οι θεωρίες που προσπαθούν να εξηγήσουν τις αιτίες της γήρανσης χωρίς να γνωρίζουμε όμως ακόμα τον ακριβή μηχανισμό. Με την πάροδο του χρόνου όλες οι κυτταρικές δομές στον οργανισμό μας υφίστανται μεταβολές.
Η κύρια «διαταραχή» είναι η μείωση της σύνθεσης των προκολλαγόνων Ι και ΙΙΙ, καθώς και η αλλαγή στη δομή και την αρχιτεκτονική του κολλαγόνου, γεγονός που οδηγεί σε λεπτό και ευαίσθητο δέρμα. Η ελαστικότητα του δέρματος μειώνεται κατά 2-5% κάθε δεκαετία, κάτι που έχει σαν αποτέλεσμα το δέρμα των γηραιότερων ανθρώπων να είναι περισσότερο ευαίσθητο.
Το κολλαγόνο αποτελεί την κύρια συνδετική πρωτεΐνη του ανθρώπινου οργανισμού (25-35%). Εντοπίζεται στους μύες, τους τένοντες, τα μαλλιά, το δέρμα, τα αιμοφόρα αγγεία και τα οστά. Η λέξη κολλαγόνο (collagen) προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις κόλλα και γεννώ–δηλαδή παράγω. Με άλλα λόγια λειτουργεί σαν κόλλα μεταξύ των κυττάρων του δέρματος κρατώντας τα ενωμένα. Με την πάροδο του χρόνου, η αρχιτεκτονική και η σύνθεση του κολλαγόνου αλλάζει, με αποτέλεσμα να έχουμε αλλαγή στην εμφάνιση αλλά και στη λειτουργία του δέρματος. Το κολλαγόνο, η κερατίνη και η ελαστίνη είναι οι κύριες πρωτεΐνες που δίνουν στο δέρμα την δομή , την ελαστικότητα και την ανθεκτικότητα του. Οι γυναίκες παράγουν λιγότερο κολλαγόνο από τους άνδρες και η απώλειά του ανέρχεται σε ποσοστό 1% ανά έτος. Αυτό σημαίνει ότι σε ηλικία 50 ετών μια γυναίκα έχει χάσει τη μισή ποσότητα κολλαγόνου από το δέρμα της.
Η χρησιμοποίηση του κολλαγόνου σε πόσιμα σκευάσματα ξεκίνησε από την Ιαπωνία στη συνέχεια επεκτάθηκε στην Αμερική και από εκεί σε όλα τα αναπτυσσόμενα κράτη. Το κολλαγόνο έχει ευρέως χρησιμοποιηθεί σε ενέσιμη μορφή στην αντιμετώπιση της γήρανση του δέρματος με άλλοτε αμφίβολα αποτελέσματα.
Πολλές εταιρείες προσπαθούν να πείσουν ότι τα υποκατάστατα κολλαγόνου μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση των ρυτίδων, στην αναστολή της γήρανσης, στη βελτίωση της ελαστικότητας και στην επαναφορά της νεανικής όψης. Η αλήθεια είναι όμως ότι δεν υπάρχει καμία επιστημονικά ολοκληρωμένη μελέτη ότι τα σκευάσματα μπορούν να προσφέρουν όλα τα παραπάνω. Δεν υπάρχει καμία απολύτως απόδειξη οτι το πόσιμο κολλαγόνο μπορεί να είναι περισσότερο αποτελεσματικό από κάθε άλλη πηγή πρωτεΐνης όπως το κρέας, τα αυγά ή το τυρί.
Στο εμπόριο κυκλοφορεί επιπλέον ένας μεγάλος αριθμός κοσμητικών προϊόντων, κυρίως οροί και κρέμες. Τα μόρια κολλαγόνου που περιέχονται σε αυτές τις κρέμες είναι τόσο μεγάλα που δε είναι δυνατόν να διεισδύσουν σε βαθύτερες στοιβάδες του δέρματος. Ακόμα και εταιρείες που αναφέρονται σε μικροσωματίδια, δεν έχουν ακόμα αποδείξει αν τελικά μπορεί αυτό το κολλαγόνο να χρησιμοποιηθεί παραγωγικά από τον οργανισμό και να αποτρέψει τη γήρανση. Το πιθανότερο πάντως φαίνεται να είναι η απομόνωση του κολλαγόνου αυτού από τον οργανισμό σαν ξένο σώμα.
Το γεγονός όμως ότι η αγορά είναι γεμάτη από τέτοιου είδους προϊόντα μας υπενθυμίζει την ανάγκη των γυναικών κατά κύριο λόγο να προλάβουν τη γήρανση με μη επεμβατικά μέσα. Τι θα πρέπει κανείς να κάνει λοιπόν για να διασφαλίσει αρχικά ότι θα χάσει όσο το δυνατόν λιγότερο κολλαγόνο ή ότι θα διατηρήσει το υπάρχον?
Καταρχήν, οφείλει να προστατευτεί από τον ήλιο. Είναι γνωστό ότι η ηλιακή ακτινοβολία παίζει άμεσο ρόλο τόσο στη μείωση του κολλαγόνου όσο κυρίως στην ικανότητα του να συνδέει σταθερά τα κύτταρα μεταξύ τους. Τα αποτελέσματα του ήλιου στο δέρμα είναι περισσότερο φανερά σε σημεία που βρίσκονται διαρκώς εκτεθειμένα στην ακτινοβολία του, όπως το πρόσωπο και τα χέρια. Αυτό καθίσταται φανερό ιδιαιτέρως στους αγρότες, οι οποίοι περισσότερο από τον καθένα εκτίθενται στον ήλιο σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Οι αλλαγές που προκαλούνται στο δέρμα μας από τον ήλιο εξαρτώνται περισσότερο από τον τύπο του δέρματος. Οι ανοικτοί τύποι θα εμφανίσουν ερυθρότητα, αγγειεκτασίες υπό τη μορφή μικρών επιφανειακών φλεβών, ενώ οι σκούροι τύποι δέρματος θα εμφανίσουν κίτρινο και παχύ δέρμα.
Η διατροφή είναι ακόμα ένα σημαντικό όπλο ενάντια στη γήρανση, υπό την έννοια του το να τρώει κανείς το «σωστό» φαγητό είναι ένας τρόπος να προλάβει ή να καθυστερήσει την αποδομή του κολλαγόνου. Τα φρούτα, όπως τα πορτοκάλια και οι φράουλες , περιέχουν βιταμίνη C η οποία είναι το κλειδί για μια υγιή κατάσταση του δέρματος, καθώς είναι απαραίτητη για τη σύνθεση του κολλαγόνου. Η παντελής έλλειψη της βιταμίνης αυτής έχει σαν αποτέλεσμα την νόσο του σκορβούτου, την οποία χαρακτηρίζει μια αποδομή των περισσοτέρων ιστών του οργανισμού μας. Τα λαχανικά όπως το μπρόκολο προστατεύουν το κολλαγόνο ενώ οι ντομάτες, το γκρειπ-φρουτ και το καρπούζι περιέχουν τέτοιου είδους αντιοξειδωτικά τα οποία και προλαμβάνουν τη μείωση του κολλαγόνου κατανάλωση ζωικής πρωτεΐνης (κρέας) προσφέρει μια αδιαμφισβήτητη πηγή κολλαγόνου αφού είναι γνωστό ότι 100 γραμμάρια κρέατος παρέχουν 6 γραμμάρια απορροφήσιμου κολλαγόνου στο ανθρώπινο σώμα. Η αποφυγή του λίπους και της ζάχαρης βοηθάει την ομαλή παραγωγή του κολλαγόνου. Η γλυκόζη, το “ζάχαρο” του αίματος, προσκολλάται στις πρωτεΐνες του αίματος, και επιταχύνει τη γήρανση με μια διαδικασία που λέγεται γλυκοζυλίωση. Κάθε γλυκοζυλίωση στο κολλαγόνο οδηγεί σε απώλεια της ελαστικότητας του δέρματος και στην αρχή της γήρανσης. θέτοντας τις βάσεις για ρυτίδες και απώλεια της ελαστικότητας.
Το κάπνισμα μειώνει την παραγωγή του κολλαγόνου και οδηγεί στο γερασμένο δέρμα, με μικρές και πολλαπλές ρυτίδες, απώλεια της σφρηγιλότητας και αλλαγή του χρώματος της επιδερμίδας.
Οι πρωτεΐνες που προσλαμβάνουμε με την τροφή διασπώνται στο στομάχι και στο λεπτό έντερο σε μικρότερα σωματίδια, τα αμινοξέα. Αυτά με τη σειρά τους χρησιμοποιούνται από τον οργανισμό μας για τη σύνθεση των πρωτεϊνών που χρειαζόμαστε, μεταξύ των οποίων είναι και το κολλαγόνο. Επομένως με την ίδια διαδικασία το πόσιμο κολλαγόνο θα διασπαστεί στο στομάχι σε αμινοξέα και αυτά με τη σειρά τους θα χρησιμοποιηθούν εκεί που κρίνονται αναγκαία. Αποτελεί λοιπόν απλά μια πηγή πρωτεϊνών και τίποτα περισσότερο. Ο οργανισμός θα χρησιμοποιήσει τις πρωτεΐνες που έχει ανάγκη και θα παράγει το κολλαγόνο που χρειάζεται. Δεν σημαίνει οτι αν λάβουμε από το στόμα περισσότερο κολλαγόνο, θα παράγουμε τελικά και περισσότερο, αλλά απλά θα πάρουμε παραπανίσιες θερμίδες.
Πολλές συζητήσεις γίνονται για τα πεπτίδια, μικρά μόρια που μπορούν να απορροφηθούν από τον οργανισμό μας χωρίς διάσπαση, αυτά όμως μπορούν πολύ εύκολα να ληφθούν από τις τροφές σαν το αυγό. Επομένως κανένα πόσιμο σκεύασμα δε δύναται να δώσει κάτι παραπάνω από μια ισορροπημένη διατροφή.
Το υγρό πόσιμο κολλαγόνο πράγματι απορροφάται από τον ανθρώπινο οργανισμό σε ποσοστό πάνω από 90%, ωστόσο δεν υπάρχει καμία επιστημονική απόδειξη ότι αυτό βοηθάει τελικά περισσότερο από μια διατροφή που περιέχει ήδη τα απαραίτητα αμινοξέα στη σωστή δοσολογία. Επιπλέον οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι υπάρχει ένα όριο στην ποσότητα της πρωτεΐνης που μπορεί να λάβει ο οργανισμός χωρίς να έχει παρενέργειες, όπως η συσσώρευση ουρίας στο αίμα.
Περαιτέρω συνέπειες της υπερβολικής χρήσης κολλαγόνου είναι συχνά η δυσκοιλιότητα, η κούραση, οι οστικοί πόνοι και μια γενικότερη μείωση της φυσικής απόδοσης. Μπορεί να προκαλέσει αλλεργικές αντιδράσεις γι’ αυτό και πριν από την έγχυση κολλαγόνου στον οργανισμό είναι απαραίτητο να γίνει ένα ειδικό τεστ.
Το κολλαγόνο έχει αδιαμφισβήτητα μοναδικές ιδιότητες γι’ αυτό εδώ και δεκαετίες χρησιμοποιείται στην ιατρική είτε για την αντιμετώπιση των εγκαυμάτων είτε για την επούλωση και ανασυγκρότηση των ιστών. Ο καθοριστικός του ρόλος στην επανόρθωση και οι ευεργετικές του ιδιότητες στην ποιότητα του δέρματος είναι το κύριο αίτιο που το καθιστούν ένα από τα κύρια συστατικά των προϊόντων ομορφιάς. Είναι όμως πολύ νωρίς ακόμη για να πει κανείς με σιγουριά ότι είναι ή δεν είναι ευεργετικό στην αναδόμηση του δέρματος και την αποκατάσταση της φωτογήρανσης. Οι περισσότερο σοβαρές έρευνες για τη δράση του πόσιμου κολλαγόνου βρίσκονται ακόμη σε πειραματικό στάδιο. Ενδεχομένως στο άμεσο μέλλον να υπάρξουν πιο τεκμηριωμένες απαντήσεις, όμως μέχρι αυτό να πραγματοποιηθεί, οφείλουμε να στεκόμαστε κριτικά απέναντι στη χρήση του και να ενημερώνουμε πλήρως τους ενδιαφερόμενους.